Υποστήριξα εξ αρχής ότι η επιδημία του κορονοϊού δημιούργησε μια έκτακτη κατάσταση, η οποία υπαγορεύει την ανάγκη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπισή της. Ασφαλώς όμως όχι οποιονδήποτε μέτρων. Κατανόησα λοιπόν την απαγόρευση των συναθροίσεων σε δημόσιους χώρους και καταστήματα, παρά τις αρνητικές επιπτώσεις της στην καθημερινή μας ζωή, την οικονομική βλάβη μιας σειράς επιχειρήσεων και την επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών μας. Και διαφώνησα, επίσης εξ αρχής, με την, κατ’ ουσία, απαγόρευση της κυκλοφορίας. Έχει περάσει ήδη αρκετός χρόνος από την εφαρμογή αυτών των μέτρων και κανείς δεν έχει μπει στον κόπο να εξηγήσει οι, σε γενικές γραμμές, καλές επιδόσεις μας στο μέτωπο της αποτροπής της διάδοσης του ιού, σε τι ποσοστό οφείλονται στην απαγόρευση των συναθροίσεων και σε τι ποσοστό στην απαγόρευση της κυκλοφορίας. Πολύ περισσότερο να αξιολογήσει εναλλακτικές αυτής της τελευταίας, όπως, παραδείγματος χάριν, η σύσταση αποφυγής χρήσης των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς για κάποιο χρονικό διάστημα και η προώθηση της τηλεεργασίας στον δημόσιο τομέα.
Όχι στην διάδοση, ναι στην θεραπεία
Και βέβαια η επιδημία δεν αντιμετωπίζεται μόνο με μέτρα κατά της διάδοσης του ιού. Απαιτούνται και δράσεις για την εξάλειψή του. Εδώ τα νέα δεν είναι και τόσο καλά: οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας παραμένουν σε επίπεδο ετοιμότητας το οποίο υπολείπεται του αναγκαίου (με εξαιρέσεις φυσικά). Εκεί όμως που υστερούμε απελπιστικά είναι οι μονάδες διάγνωσης και πρώτης θεραπείας. Αυτών ακριβώς που θα καθησύχαζαν τους περισσότερους συμπολίτες ή θα υποδείκνυαν νοσηλεία στο σπίτι τους. Το αποτέλεσμα αυτών των ελλειμμάτων είναι η (ακόμα μεγαλύτερη και μάλιστα άναρχη) επιβάρυνση των δημόσιων νοσοκομείων. Με αρνητικές επιπτώσεις στην τριτοβάθμια περίθαλψη μας, η οποία είναι η βασική τους αποστολή.
Εξ άλλου, όλοι θέλουμε να υπάρξουν φάρμακα κατάλληλα για την εξολόθρευση του ιού, πολύ περισσότερο το εμβόλιο του. Αλλά στο μέτωπο αυτό, η παγκόσμια τάξη πραγμάτων κάνει πολύ λιγότερα από όσα απαιτούνται, ενώ εμείς… απλώς παρακολουθούμε τις εξελίξεις! Εάν όμως σ’ αυτά τα, διεθνικού χαρακτήρα, προβλήματα η Ευρωπαϊκή Ένωση, φερ’ ειπείν, δεν στέκεται δίπλα μας, πως περιμένουμε μετά από τα κράτη μέλη της και τους λαούς τους να την υπολήπτονται; Με επίσης αποδέκτη αυτού του ερωτήματος, φυσικά, κάθε υπερεθνικό forum.
Πως να φροντίσουμε τα οικονομικά μας
Η αλήθεια είναι ότι η απειλή του κορονοϊού παράγει επιπτώσεις οι οποίες επιβαρύνουν τις συνθήκες της ζωής μας και σε πεδία πολύ πέραν της δημόσιας υγείας. Στον περιορισμό των ελευθεριών μας αναφέρθηκα ήδη. Τα μέτρα κατά της διάδοσης έγιναν αποδεκτά με εγκαρτέρηση, ακόμα και αυτό το, αχρείαστο κατά τη γνώμη μου, του οίκοι εγκλεισμού μας. Με απροσδιόριστα βέβαια τα όρια των ανοχών μας. Υπάρχουν, αίφνης, δυσμενείς επιπτώσεις στα οικονομικά μας πράγματα. Για το πρόβλημα αυτό ποιος επεξεργάζεται λύσεις; Υπάρχει κάποια πρόβλεψη ημερομηνίας επανέναρξης λειτουργίας των καταστημάτων εστίασης; Και με ποιους κανονισμούς υγιεινής και ασφάλειας, αυτούς που ίσχυαν πριν την επιδημία ή νέους, ενδεχομένως καταλληλότερους;
Είναι αυτός ο πολύπλοκος χαρακτήρας της απειλής που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί συνολικά μόνο από εμπειρογνώμονες της υγείας. Ασφαλώς δεν γίνεται χωρίς αυτούς. Και, εξ ίσου ασφαλώς, δεν γίνεται μόνο μ’ αυτούς. «Ο Πόλεμος είναι πολύ σπουδαία υπόθεση για να την εμπιστευθούμε στους στρατιωτικούς» θυμήθηκα, με την ευκαιρία του άλλου δάνειου αποφθέγματος του Πρωθυπουργού περί «τέλους της αρχής». Και το θυμήθηκα όχι με διάθεση μείωσης των ειδικών, αλλά προστασίας τους. Προσωπικά, ποτέ δεν μου πήγε στην πρώτη στραβή (την οποία απεύχομαι) οι πολιτικοί να κρυφτούμε πίσω τους, επιφυλάσσοντάς τους τον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου.
Και μιας και πιάσαμε τα οικονομικά, η γνώμη μου είναι ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι η, πιθανότατη πράγματι, επανεμφάνιση δημοσιονομικών ελλειμάτων. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η αδυναμία μας να κατευθύνουμε πόρους σε ένα γενναίο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για την επιστροφή μας σε μια, όχι ψευδώνυμη, αλλά ουσιαστική παραγωγική κανονικότητα. Και (ίσως ακουστεί παράδοξο) αυτή η αδυναμία δεν οφείλεται τόσο στην έλλειψη πόρων, όσο στην αποξένωση μας από την διαδικασία σχεδιασμού και πραγματοποίησης τέτοιων επενδύσεων. Μοιάζει να έχουμε αποδεχθεί ως «κανονικότητα» την μη επένδυση, προκειμένου να σχηματίζουμε πλεονάσματα για εξυπηρέτηση δανειακών υποχρεώσεων μας.
Ας δούμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, αυτό που αφορά στην τουριστική μας βιομηχανία. Με τις θυσίες δημοκρατικών μας ελευθεριών σχηματίσαμε ήδη μια πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου: η χώρα μας με τις θετικές επιδόσεις της στον περιορισμό της διάδοσης του κορονοϊού είναι ασυγκρίτως ασφαλέστερος προορισμός για ξένους περιηγητές από ότι οι άμεσες ανταγωνίστριες μας, μεσογειακές χώρες. Θα ενισχύσουμε αυτό το πλεονέκτημα μας με την οργάνωση μονάδων εξέτασης των τουριστών στα σημεία εισόδου τους στην χώρα ή θα αφήσουμε στη τύχη τους και τον Τουρισμό και την δημόσια υγεία; Και χρειάζεται άραγε για μια τέτοια δημόσια επένδυση κάποιο business plan που «δεν έχουμε, δεν προλαβαίνουμε… μπλα, μπλα, μπλα» ή το ισοζύγιο κόστους/ωφέλειας είναι αυταπόδεικτο; Οι περιηγητές θα μπορούν να πιούν έναν καφέ αφού επισκεφθούν την Ακρόπολη, μια παραλία στο νησί της επιλογής τους ή να δοκιμάσουν την ελληνική κουζίνα σε όποια μεριά της πατρίδας μας βρεθούν; Για την υγιεινή των μετακινήσεών τους σχεδιάζονται κανόνες ασφαλείας; Και πόσο συμβατή είναι η άσκηση μιας τέτοιας πολιτικής με την παράταση της απαγόρευσης της κυκλοφορίας; Και με το παράδειγμα αυτό, ελπίζω να εξαφανίζεται κάθε υποψία παρεξήγησης των προθέσεων μου απέναντι στους ειδικούς περί την δημόσια υγεία.
Με δημοκρατικά ελλείμματα δεν υπάρχει σωτηρία
Υποστηρίζω λοιπόν ότι η ολόπλευρη αντιμετώπιση του κορονοϊού ανήκει στην αρμοδιότητα και ευθύνη μιας άλλης ελίτ: της πολιτικής μας τάξης προσώπων και πραγμάτων. Πως ακριβώς σκέπτεται αυτή η ελίτ την επιστροφή μας στην «κανονικότητα»; Ποιο συγκεκριμένο περιεχόμενο δίνει στη «κανονικότητα» αυτή; Και, πόσο έτοιμη είναι να αντιμετωπίσει ένα ακόμα ενδεχόμενο λαϊκίστικο ρεύμα που, αντί να μπει στον κόπο της δημοκρατικής αντιπαράθεσης, καλέσει σε συλλήβδην απείθεια απέναντι στα περιοριστικά μέτρα, σωστά και μη; Μ’ αυτά και μ’ αυτά, αναρωτιέμαι αν αυτή η πολιτική μας ελίτ είναι διατεθειμένη να τιμήσει τις αρμοδιότητες τις οποίες της έχουμε εμπιστευθεί και να αναλάβει και τις ευθύνες που τις συνοδεύουν ή δεν είναι. «Αυτό είναι το ερώτημα»… για να εισφέρω ένα ακόμα δάνειο απόφθεγμα!
1 Comments
ΠΑΝΤΕΛΗ !ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΛΕΣ ΟΙ ΜΙΚΡΟΝΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΣΟΥ ΠΩ Η ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΔΕΝ ΤΑ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΝ.ΕΙΝΑΙ ΘΕΝΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ.ΕΚΕΙ ΚΑΤΑΛΗΓΩ!!ΠΑΡΕ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΝ”ΣΕΡΙΦΗ” ΤΟΝ ΧΑΡΔΑΛΙΑ.ΑΥΤΟΣ ΕΧΕΙ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ ΚΑΜΙΑ ΒΟΙΔΟΣΧΟΛΗ?ΑΜΦΙΒΑΛΛΩ!!!!!