Με όσα δύσκολα ζούμε, αισθάνθηκα την υποχρέωση να σκεφτώ με ποιους τρόπους μπορώ να τιμήσω την επέτειο του Πολυτεχνείου. Στην πορεία έχω πάψει να συμμετέχω, εδώ και κάποια χρόνια, για πολύ συγκεκριμένους λόγους: τα τυφλά και άσχετα επεισόδια σε διάφορα σημεία της, η άθλια κατάσταση των κτιρίων-μνημείων της Πατησίων και η αδυναμία διατήρησής τους ανοιχτών όλη την ημέρα, κάθε μέρα, όλο το χρόνο, οι σοβαρότεροι από αυτούς. Πρόσθετος λόγος μη συμμετοχής μου εφέτος ο COVID 19, του οποίου η διάδοση διευκολύνεται αποδεδειγμένα με τον συνωστισμό, θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία και τις ζωές άλλων. Για τον ίδιο λόγο, δεν συμμετείχα τις προάλλες και στην συγκέντρωση έξω από το Εφετείο για την δίκη της Χρυσής Αυγής.
Αλλά ο κύριος λόγος που με παρακίνησε να σκεφτώ πως να τιμήσω το Πολυτεχνείο είναι η απόφαση απαγόρευσης των συναθροίσεων άνω των 3 ατόμων για 3 μέρες σε όλη την χώρα. Απόφαση αλλοπρόσαλλη και αυταρχική. Αλλοπρόσαλλη, επειδή, προκειμένου να αντιπαρατεθεί με τους λίγους υπέρμαχους της «πορείας στην αμερικάνικη πρεσβεία», επιβάλλει απαγορεύσεις στους πολύ περισσότερους οι οποίοι δεν σκοπεύουμε να συμμετάσχουμε στην πορεία. Και αυταρχική, επειδή οι προβλέψεις της έρχονται να επιβληθούν, χωρίς προηγούμενη συζήτηση. Η κυβέρνηση με αυτή της την απόφαση παίρνει θέση στην ουρά που έχουν σχηματίσει, εδώ και κάποια χρόνια, αυτοί που έκλεισαν την ΕΡΤ για ένα ανύπαρκτο success story, αυτοί που για να τιμήσουν το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος έφεραν το ΝΑΙ στην πολύχρονη υποθήκευση περιουσίας και κυριαρχίας μας και διάφοροι άλλοι. Οι γνωστοί μας επισπεύδοντες να διαδεχτούν ο ένας τον άλλο στην εξουσία που, ως αποτέλεσμα της μονομανίας τους, έχουν «χάσει τη μπάλα». Και ασφαλώς δεν πρόκειται να την βρουν με το σημερινό, πρωτοφανές άδειασμα της κυβέρνησης από τον ίδιο τον επικεφαλής της, με την όψιμη έκκλησή του στα κόμματα για κοινή πρωτοβουλία για το Πολυτεχνείο!
Όσοι λοιπόν έχουμε πάρει αποστάσεις από αυτή την πορεία παρακμής, τιμούμε το Πολυτεχνείο με τη σκέψη μας στην «καθαρή τρέχουσα αξία» του και μόνο. Είναι αλήθεια ότι, η Δημοκρατία μας που αποκαταστάθηκε με την πτώση της Χούντας το 1974 ήρθε να προσφέρει πολλά, τα οποία όμως -είναι επίσης αλήθεια- φθείρονται, μέρα με τη μέρα. Συγκεκριμένα παραδείγματα:
- δεν υπάρχει λογοκρισία και κλείσιμο εφημερίδων, αλλά τα Μ.Μ.Ε. υποδαυλίζουν τις πελατειακές σχέσεις και υπονομεύουν την ισηγορία
- δεν γίνονται βασανισμοί σε αρχές ασφάλειας, ως υπηρεσιακή πρακτική, αλλά παραβιάσεις ατομικών δικαιωμάτων συμβαίνουν
- δεν υπάρχουν πολιτικοί εξόριστοι, υπάρχουν όμως αθέμιτα ευνοούμενοι («διαπλεκόμενοι» οι εγχώριοι, «προστάτες» οι αλλοδαποί)
- δεν υπάρχουν απαγορευμένα βιβλία, τραγούδια, θεατρικές παραστάσεις, πληθαίνουν όμως οι «τεχνοκράτες» και «ειδικοί» που αντιμετωπίζουν τον λαϊκό παράγοντα ως υπό απαγόρευση.
Αυτά τα συμπτώματα δημοκρατικού εκφυλισμού έχουν την κοινή ρίζα τους (και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά) στα πολιτικά μας πράγματα. Οι εθνικές εκλογές διεξάγονται, από αυτές αναδεικνύεται Βουλή και Κυβέρνηση, ενώ το Σύνταγμα μας προβλέπει ως καταλύτη για την ενεργοποίηση αυτής της κορυφαίας διαδικασίας τα κόμματα. Μόνο που αυτά τα τελευταία, εδώ και μερικά χρόνια, έχουν μεταλλαχτεί σε εφαλτήρια «αρχηγών» τους.
Και στην εποχή μας, όπως και στα χρόνια του Πολυτεχνείου, η άσκηση της εξουσίας δεν εμφορείται από δημοκρατικές αρχές. Μας ζητείται ψήφος για να εξυπηρετηθεί το δικό μας, κοινό συμφέρον, όπως το καταλαβαίνει ο καθένας (το εθνικό και δημόσιο συμφέρον δηλαδή) και, αντί γι’ αυτό, διαπιστώνουμε ότι εξυπηρετούνται αλλότρια. Αυτή η κραυγαλέα απροθυμία, ανικανότητα, απεμπόληση (ας εξηγήσουν οι ίδιοι τι τους αφορά, ο καθένας για λογαριασμό του) των εκπροσώπων μας να τιμήσουν την εντολή που τους δίνουμε τροφοδοτεί, αναπόφευκτα, την ανοδική τάση της αποχής από τις εθνικές εκλογές, αλλά και από τα κοινά γενικότερα. Το «σύστημα» διαβαίνει ήδη το κατώφλι απονομιμοποίησής του. Και μοιραία, αυτή η «δημοκρατική αλλοτρίωση» κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, οδηγεί στην αποφυγή ανάληψης της ευθύνης που συνοδεύει τις αρμοδιότητες που ζήτησαν και τους έχουν ανατεθεί με την λαϊκή ψήφο.
Προσωπικά, δεν βλέπω τον λόγο να περιορίζω τις μνήμες μου από το Πολυτεχνείο στον Νοέμβριο του 1973. Θυμάμαι πάντα ότι τον δρόμο για την χούντα άνοιξαν βουλευτές και συμπαίκτες τους με ονοματεπώνυμο, ανατρέποντας την νόμιμη κυβέρνηση με αποστασία. Και, ασφαλώς, δεν ξεχνώ ότι η αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974 σημαδεύτηκε με την τραγωδία της Κύπρου για την οποία, είναι σαφές, μας βαρύνει ένα ανεξόφλητο χρέος.
Του χρόνου λοιπόν θα ήθελα να δω την Πατησίων σε εορταστική κατάσταση. Και ίσως και από εφέτος, περάσω έξω, όχι την πρεσβεία των Η.Π.Α., αλλά από το Προεδρικό μας Μέγαρο. Ενώ του χρόνου, θεωρώ επιβεβλημένη την κατάθεση στεφάνου σε κάποιο σημείο της πράσινης γραμμής στην Κύπρο. Κάπως έτσι βλέπω την επέτειο του Πολυτεχνείου, προσαρμοσμένη στην ανάγκη αντιμετώπισης των δημοκρατικών δεινών των ημερών μας.
0 Comments