Ομιλία στο Συνέδριο “Εθνικές Περιπέτειες: φτάνει πια!”
Θερμές ευχαριστίες…
– στους συντελεστές του Συνεδρίου μας «ΕΘΝΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ: ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ!», έβγαλαν πέρα με επιτυχία ένα ουσιαστικό πολιτικό δρώμενο
– σε όσους συνέδραμαν οικονομικά για την πραγματοποίηση του
– σε όσους συνεργαστήκαμε για την οργάνωση του και
– στους εθελοντές που χωρίς αυτούς δεν θα υπήρχε ούτε Συνέδριο, ούτε ΕΚΚΙΝΗΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΕΣ, τους, πραγματικά ξεχωριστούς, φίλους που μοιραζόμαστε την κοινή αλήθεια ότι, αφού τα παλιά μας τελείωσαν, για να μην τελειώσουμε και εμείς μαζί τους, χρειαζόμαστε νέα!
COVID, ακρίβεια, ανασφάλεια και… Ουκρανία!
Ακριβώς λίγες ημέρες πριν την έναρξη του Συνεδρίου, ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία και φάνηκε να γίνεται αφορμή ενός ακόμα διχασμού. Μετά τους «Βασιλόφρονες» και τους «Βενιζελικούς» του μεσοπολέμου, τους «Εθνικόφρονες» και τα «Μιάσματα» της μετεμφυλιακής Ελλάδας, τους «μνημονιακούς» και τους «αντιμνημονιακούς», τους «εμβολιαστές» και τους «αντιεμβολιαστές», έχουμε τώρα «τους Ρωσόφιλους» από τη μια και τους «Δυτικόφιλους» από την άλλη.
Αν η γενικότερη κατάσταση στην πατρίδα μας δεν ήταν αυτή που είναι, με δεκάδες θανάτους και διασωληνώσεις καθημερινά, τις τιμές του ηλεκτρικού και πολλών άλλων βασικών αγαθών να τραβάνε την ανηφόρα, την ανέχεια, την ανασφάλεια (κανείς πια δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί τίποτα σε κανέναν), την δυσκολία να μεγαλώνει διαρκώς, ίσως αυτός ο καυγάς να είχε φουντώσει ακόμα περισσότερο. Όμως, και σε πείσμα όσων τον υποδαυλίζουν, είναι επίσης αισθητή μια διάχυτη αυξημένη ωριμότητα. Όχι, δεν βλέπω να συρόμαστε πάλι σε χαρακώματα. Ίσως μάλιστα είναι η ώρα για μια αυστηρή προειδοποίηση σε όσους υποκινούν έναν ακόμα διχασμό: οι Έλληνες Δημοκράτες στεκόμαστε απέναντι τους με ένα μεγάλο ΟΧΙ ΑΛΛΕΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ. ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ!
Που στεκόμαστε σήμερα
Παρακολούθησα με προσοχή τα εργαστήρια του Συνεδρίου. Δεν μου άφησαν την παραμικρή αμφιβολία ότι ο διχασμός που κόστισε την Μικρασιατική Καταστροφή δεν έχει ξεπεραστεί οριστικά. Απλώς από την τότε επεκτατική πλειοδοσία, το εκκρεμές έχει μετατοπιστεί στο αντίπερα ακραίο σημείο. Από το «Να φτάσουμε στον Σαγγάριο», φτάσαμε στο «Να δώσουμε στην Τουρκία μερικά από όσα παράνομα διεκδικεί, για να πάψει να μας ενοχλεί». Θέση μειοψηφική στο πολιτικό σώμα μεν, την οποία αναμοχλεύουν επίμονα εταίροι, σύμμαχοι και εγχώριοι συμπαίκτες τους δε. Χωρίς να δελεάζει την Τουρκία, επειδή και μόνο που δείχνουμε να την συζητάμε, διευκολύνεται να αποσπά, το ένα μετά το άλλο, όσα διεκδικεί!
Μειοψηφία είναι και όσοι θα ήθελαν να διευρύνουν ξανά το μετεμφυλιακό χάσμα το οποίο ήρθε «να γεμίσει άνθη» με το κάψιμο των φακέλων, την χειραψία Βαφειάδη-Τσακαλώτου και τον νόμο 2190 (γνωστό ως «νόμο Πεπονή»). Αυτό το διχαστικό διάβημα αδυνατίζει διαρκώς. Ναι, η Δεξιά και η Αριστερά που επιμένουν στις δυο Ελλάδες δεν έχουν πια απήχηση, μετά τα όσα πέρασαν παλαιότεροι από εμάς.
Και βέβαια τώρα πια, μετά και την συγνώμη του Bill Clinton που άνοιξε και έκλεισε με μιας τον φάκελο της Κύπρου, όλοι ξέρουμε ότι την Κερκόπορτα στην Κύπρο για την Τουρκική εισβολή, την κατοχή του 37% του εδάφους της και τον εποικισμό της, την άνοιξε η χούντα των Αθηνών, με την απόσυρση της μεραρχίας και το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, κατ’ εντολή των Η.Π.Α.
Υπάρχουν βέβαια, ακόμα και σήμερα, νοσταλγοί της εξαχρείωσης που οδήγησε την Ελλάδα στα πρόθυρα της στάσης πληρωμών, στα μνημόνια και την απώλεια περιουσίας και κυριαρχίας. Όσων ενθάρρυναν τις επιθέσεις για να καεί, να καεί… η Βουλή, είχαν τα ισοδύναμα των Ζαπείων, θα καταργούσαν τα μνημόνια με ένα νόμο ενός άρθρου. Όσων κατάφεραν την διάλυση του ΠΑΣΟΚ και όσων έκαναν το δημοψήφισμα του 2015. Όσων διαψεύστηκαν με συνέπειες οδυνηρές για όλους μας. Ξέρουμε πια ότι αυτή η ακυρότητα που κατέρρευσε, αφού προκάλεσε την κατάρρευση όλων μας, μπορεί να ήταν πρόσκαιρη παρηγοριά, δεν είναι όμως λύση.
Και αυτή η νοσηρότητα είναι βέβαια στην αποδρομή της. Και θα είχε εκλείψει, αν δεν υπήρχαν «αρχηγοί» να την συντηρούν. Να ψηφοθηρούν, εγκλωβίζοντας τον λαϊκό παράγοντα σε παρωχημένα σχήματα. Ενώ, την ίδια στιγμή, επαιτούν την εύνοια των ξένων και εγχώριων συμπαικτών τους. Τελικά, ζητάνε την δική μας ψήφο, για να στηρίξουν συμφέροντα άλλων και προσωπικά δικά τους. Είναι η ώρα αυτή η, κυνικά αντιδημοκρατική, συμπεριφορά τους, να γίνει η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το δικό μας ποτήρι. Και τέτοια σταγόνα δεν μπορεί να είναι η αποχή μας από τα κοινά, αλλά η όλο και πιο ενεργητική, δική μας συμμετοχή και δική τους αποδοκιμασία.
Βέβαια, τέτοια «ζωτικά ψεύδη» με το κατεστημένο μας να τα διασπείρει βρίσκονται στις ρίζεςόχι μόνο της περιπέτειας που ζούμε σήμερα, αλλά κάθε Καταστροφής που πάθαμε τα τελευταία 100 χρόνια. Ξέρουμε πια ότι, κάθε δική μας δυσκολία γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από ξένους. Και ξέρουμε ακόμα ότι κανένας ξένος δεν θα μας στρίμωχνε, αν δεν έβρισκε εγχώριους παρακεντέδες του.
Περασμένα ναι, ξεχασμένα όχι!
Εκτός όμως από την δυσκολία την οποία ζούμε και οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε, καλό είναι προηγουμένως να «κλείσουμε βιβλία» από τις παλιές μας περιπέτειες. Περασμένα ναι, ξεχασμένα όχι!
Μιας και ο Έλληνας Πρωθυπουργός, ο κύριος Μητσοτάκης, αποφάσισε να συναντηθεί με τον Τούρκο Πρόεδρο κύριο Ερντογάν την Κυριακή 13η Μαρτίου, έχει μια χρυσή ευκαιρία να ξεκαθαρίσει ότι οι παραβιάσεις της Συνθήκης της Λοζάνης από την Τουρκία επιβαρύνουν τις σχέσεις μας. Παραδείγματος χάριν, οδηγούν στην απαγόρευση των επισκέψεων αξιωματούχων της Τουρκικής Κυβέρνησης στην μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, αν δεν αποκατασταθεί η ισομοιρία της με την ελληνική εθνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης.
Εκ των προτέρων βέβαια, η κυβέρνηση της Άγκυρας έσπευσε να ξεκαθαρίσει ότι, στην συνάντηση της Κυριακής, θα προβάλλειαπέναντί μας αξιώσεις πέρα από όσα προβλέπονται από το Διεθνές Δίκαιο και ότι η μεταξύ μας συζήτηση πρέπει να γίνει έξω από τα ευρωπαϊκά θέσμια. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός έχει λοιπόν μια χρυσή ευκαιρία να χρεώσει στον Τούρκο Πρόεδρο το ναυάγιο της μεσολαβητικής πρωτοβουλίας της Ομοσπονδιακής Κυβέρνηση της Γερμανίας, ακριβώς επειδή διάλογος στην βάση που θέτει η Άγκυρα είναι αδιανόητος για ευρωπαϊκές χώρες.
Ούτως ή άλλως, αν αληθεύει η πληροφορία ότι η ελληνική κυβέρνηση έστειλε αμυντικό εξοπλισμό στην Ουκρανία από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, με ενεργή την τουρκική αξίωση για «αποστρατιωτικοποίηση» των νησιών αυτών, η στιγμή της επίσκεψης είναι ατυχής. Και περιμένουμε από τα κόμματα της αντιπολίτευσης να ασκήσουν έλεγχο στην κυβέρνησή μας, όπως οφείλουν.
Βέβαια η τουρκική ευθύνη για το ναυάγιο της Γερμανικής μεσολάβησης είναι ένα θέμα. Ένα άλλο θέμα είναι η ανοιχτή διμερής διαφορά μας με την Γερμανία για εξόφληση του αναγκαστικού δανείου, αλλά και αποζημιώσεις και επανορθώσεις για καταστροφές και άλλες βαρβαρότητες που διέπραξαν οι κατοχικές της δυνάμεις στην πατρίδα μας. Είναι η ώρα να σταματήσει η στρεψοδικία η οποία δηλητηριάζει τις σχέσεις δυο εταίρων και των λαών τους. Για τα πολιτισμένα έθνη δυο δρόμοι επίλυσης των διαφορών τους υπάρχουν: ή συμβιβασμός ή δικαστήρια. Η Ελληνική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας είναι η ώρα να δουν ποιον από τους δυο θα ακολουθήσουν.
Ακούσαμε με προσοχή για το δράμα που συνεχίζει να ζει η Κύπρος και οι πολίτες της, ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι. Με τα μεγάλα διεθνή εγκλήματα, την εισβολή και την κατοχή να μένουν ατιμώρητα και τον εποικισμό να συνεχίζεται. Όλα αυτά, παραβιάζοντας κατάφωρα ανθρώπινες ελευθερίες και δημοκρατικά δικαιώματα. Λύση χωρίς θεραπεία των συνεπειών των εγκλημάτων αυτών δεν είναι λύση. Και τέτοιες μη λύσεις έχουν προταθεί και απορρίφθηκαν. Απόρριψη μη λύσεων όμως δεν σημαίνει ότι η σημερινή απαράδεκτη κατάσταση μπορεί να συνεχίζεται. Ο ελληνισμός και η παγκόσμια κοινότητα οφείλουμε στους εαυτούς μας μια διαφορετική τοποθέτηση του Κυπριακού. Ως ύστατη ευκαιρία, πριν συμβιβαστούμε με την θλιβερή διαπίστωση ότι μόνον δια των όπλων μπορεί να βρεθεί λύση. Έχω στην σκέψη μου ένα διακοινοτικό διάλογο, υπό την αιγίδα του Ο.Η.Ε., χωρίς παρεμβάσεις τρίτων, με σκοπό να αποφανθούν οι δυο κοινότητες αν και με ποιες προϋποθέσεις θέλουν να συμβιώσουν σε ένα ανεξάρτητο κράτος, μέλος του Ο.Η.Ε. και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με σκοπό να συνομολογήσουν «Κοινή Πράξη προς την Ομόσπονδη Κυπριακή Δημοκρατία» την οποία να επικυρώσουν με δημοψήφισμα.
Όμως κακά τα ψέματα. Για να προχωρήσει οτιδήποτε θετικό στην Κύπρο, είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε ότι η θωράκιση της μεγαλονήσου δεν επιβαρύνει, αλλά ενισχύει την εθνική μας ασφάλεια. Η Κυπριακή Δημοκρατία, είναι, εκ των πραγμάτων ένα προχωρημένο φυλάκιο το οποίο σώζει ζωές συμπατριωτών μας, απενεργοποιεί τις απειλές κατά της Θράκης και αποκρούει τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο, μειώνοντας τελικά και τις ήδη υπέρογκες δαπάνες μας για εξοπλισμούς.
Για να υιοθετηθεί βέβαια αυτή η γραμμή πλεύσης, το δόγμα «Η Κύπρος σώζοι την Ελλάδα», χρειαζόμαστε ηγεσία που να το ασπάζεται. Λαϊκή βάση που να το πιστεύει. Και επάρκεια δυνάμεων ώστε, όποτε φίλοι και σύμμαχοι βρίσκονται μπροστά στο δίλημμα «Τουρκία από την μια ή Ελλάδα και Κύπρος από την άλλη», τα συμφέροντα τους να υπαγορεύουν την δική μας στήριξη.
Που συμφωνούμε, με ποιους διαφωνούμε
Αυτές οι στοιχειώδεις κινήσεις αποκατάστασης, καλό θα ήταν να εμπεριέχονται στη βάση μιας ευρύτατης συναίνεσης στη χώρα μας. Ενός κοινού τόπου, ως προϋπόθεσης υπόστασης ενός ανεξάρτητου κυρίαρχου εθνικού κράτους. Βεβαίως η συναίνεση αυτή δεν ενδιαφέρει όσους έχουν συμβιβαστεί με την ιδέα μιας Ελλάδας προτεκτοράτου, με το Ηνωμένο Βασίλειο πολύ παλιότερα ως «Λόρδο Προστάτη», να μας μεταβιβάζει στις Η.Π.Α. μετά τον εμφύλιο και οι τελευταίες στην Γερμανία, μετά το 2015. Η «Γερμανική Προστασία» είναι βέβαια, πέρα για πέρα, ψευδώνυμη. Διότι ναι μεν προβλέπει οικειοποίηση δημόσιων περιουσιακών μας στοιχείων (με νομιμοποιητική βάση ύστερες μνημονιακές προβλέψεις), αλλά όχι μόνο δεν μας προστατεύει από την Τουρκία, αλλά και πιέζει για παραχωρήσεις μας προς αυτή.
Η συναίνεση λοιπόν δεν μπορεί να αφορά σε όσους έχουν συμβιβαστεί ή και εκθειάζουν την, υπό «Γερμανική Προστασία», εξαρτημένη Ελλάδα του σήμερα. Δική μας επιθυμία είναι να απαλλαγούμε από αυτό το δόκανο που μας κρατάει καθηλωμένους!
Η κυρίαρχη αυτή αντίθεση, η συναίνεση για υπέρβασή της και ο κοινός μας τόπος, δυστυχώς, δεν περιλαμβάνονται στον δημόσιο διάλογο, ακόμα περισσότερο δεν αφορούν την κομματική διαπάλη. Σε μεγάλο βαθμό, αυτή η τελευταία αναφέρεται στο παρελθόν, όχι με σκοπό να δούμε τι κάνουμε σήμερα διαφορετικά ή καλύτερα, αλλά για να φορτώσει ο κάθε ένας στους άλλους τις ευθύνες για τα χάλια που ζούμε. Και η κυβερνητική προπαγανδιστική ευφορία και η γενικευμένη αντιπολιτευτική καταγγελία είναι διαφορετικές διατυπώσεις ενός ταυτόσημου, στυγνά ψηφοθηρικού, αιτήματος: «μην ψηφίζεις άλλους, είναι χειρότεροι». Προσωπικά, δεν με ενδιαφέρει το κατεστημένο μας που μαλώνει σε ξένο αχυρώνα. Με ενδιαφέρει ότι ζούμε κρίσιμες στιγμές και καλούμαστε να πάρουμε αποφάσεις καθοριστικές για τη ζωή μας, ενώ κινδυνεύουμε να βρεθούμε στο επίκεντρο μιας επερχόμενης «τέλειας καταιγίδας».
Τι συμβαίνει γύρω μας και που στεκόμαστε εμείς
Πληθαίνουν πράγματι τα πρόδρομα φαινόμενά της. Ζούμε μια ζοφερή πραγματικότητα την οποία θεωρήσαμε ότι είχαμε ξεπεράσει με το ξόρκι της Παγκοσμιοποίησης. Έχουμε ξανά πληθωρισμό και ακρίβεια, ανεργία, φτώχεια και ανισότητες στην καρδιά της «Δύσης». Έχουμε ξανά πόλεμο στην Ευρώπη, νέες εστίες έντασης με το Ιράν και για την Ταϊβάν. Και ποικίλες ανακατατάξεις (από το Brexit μέχρι την Ουκρανία) για την αποκρυστάλλωση των νέων συσχετισμών δυνάμεων στο παγκόσμιο χωριό. Νέες σφαίρες επιρροής διαμορφώνονται όχι όμως σε επινίκιες διαπραγματεύσεις, αλλά σε αντιδικίες για τον καταλογισμό ζημιών.
Και η Ελλάδα, έχει μπει σε μια περίοδο με αβεβαιότητες, κινδύνους, αλλά και ευκαιρίες. Όλα όσα γνωρίσαμε και θεωρούσαμε δεδομένα για χρόνια είναι ξανά υπό συζήτηση. Τα δημοκρατικά, οικονομικά και κοινωνικά κεκτημένα συνεχίζουν να αμφισβητούνται, μετά τις μειώσεις που υπέστησαν την τελευταία δεκαετία. Η σιωπή, η αποχή, η εναπόθεση της προάσπισης των συμφερόντων μας σε άλλους έχουν αναπόφευκτη κατάληξη την οριστική περιθωριοποίησή μας, μια επόμενη Εθνική Καταστροφή. Αντιθέτως, μια, μετά λόγου γνώσεως, παρουσία μας, μπορεί να διαγράψει χρέη και να παραγράψει δουλείες μας από το παρελθόν.
Η χώρα μας με την κυριαρχία της σε περιορισμό, συρόμενη κυριολεκτικά σε υποχωρήσεις προς τον επιθετικό γείτονά της, με το εμπορικό της ισοζύγιο μονίμως ελλειμματικό, τα δημόσια παραγωγικά της στοιχεία διαρκώς μειούμενα και μακροχρόνια δεσμευμένα, το δημόσιο χρέος της στα ύψη και αυξανόμενο, υψηλά ποσοστά ανεργίας (ιδιαιτέρως στους νέους), 1 στους 3 πολίτες κάτω από το όριο της φτώχειας, μετανάστευση νέων υψηλής εξειδίκευσης (brain drain) και σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα δεν έχει να χάσει και πολλά αν τολμήσει. Ναι λοιπόν, να τολμήσει, αλλά τι ακριβώς;
Το «Σχέδιο Οικονομικής και Κοινωνικής Ανόρθωσης»
Αν για την εθνική μας ασφάλεια και την εδαφική μας ακεραιότητα είπαμε αρκετά, χρειαζόμαστε οπωσδήποτε ένα «Σχέδιο Οικονομικής και Κοινωνικής Ανόρθωσης». Για το οποίο ζητάμε / διαπραγματευόμαστε με τους πιστωτές μας ως πλαίσιο:
- Την αποδέσμευση όλων των δημόσιων παραγωγικών στοιχείων και την αξιοποίηση τους στο πλαίσιο του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και
- 10χρονη εξαίρεση της Ελλάδας από τους χρονικούς περιορισμούς στην χρήση των ορυκτών καυσίμων με ταυτόχρονες ενισχύσεις των ενεργειακών κοινοτήτων και νέες δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές αποθήκευσης.
Είναι η ώρα να υπενθυμίσουμε ότι η χώρα μας είναι η μόνη που παραμένει σε καθεστώς έκτακτης επιτήρησης από όσες «μπήκαν σε μνημόνια» προ δεκαετίας και βάλε και, παρά την πολύχρονη εφαρμογή των προβλέψεων που της επιβλήθηκαν, πάει από το κακό στο χειρότερο. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άλλοι πάνε καλά στη ζώνη του ΕΥΡΩ. Αντιθέτως, η κατάσταση επιδεινώνεται (ασφαλώς όχι λόγω της ελληνικής οικονομικής κρίσης) και υπαγορεύει την ανάγκη στροφής στην οικονομική πολιτική της. Μιλάμε για στροφή από την μονοδιάστατη και ψευδεπίγραφη δημοσιονομική πειθαρχία στην πραγματική σύγκλιση επιπέδων ανάπτυξης, με πρόσθετες προβλέψεις και επενδυτικούς πόρους. Ενδεικτικά υποστηρίζουμε:
- Άμεση διαμόρφωση έκτακτου αναπτυξιακού πακέτου (στο πρότυπο του αντί COVID) για την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
- Μόνιμη εξαίρεση των δημοσίων επενδύσεων από τον υπολογισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
- Έκδοση ευρωομολόγων από τον ESM για τα εθνικά δημόσια χρέη μέχρι κάποιο ύψος (π.χ. έως 80% των αντίστοιχων Α.Ε.Π.)
Εν τω μεταξύ, είναι πια αυταπόδεικτο ότι είναι απαραίτητη μια έντιμη συζήτηση για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια. Αν υπάρχουν σκέψεις να διαλυθεί / εγκαταλειφθεί / υποκατασταθεί το ΝΑΤΟ ας κατατεθούν συγκεκριμένα. Με συνημμένο τον ισολογισμό κλεισίματος και την εξόφληση υποχρεώσεων μελών του. Σε κάθε περίπτωση, η ανισορροπία η Ελλάδα, επί παραδείγματι, να ξοδεύει το 7% του Α.Ε.Π. της για αμυντικές δαπάνες και άλλοι, οικονομικά πιο εύρωστοι, αμελητέα ποσά δεν μπορεί να συνεχίζεται.
Οι μεγάλες αυτές διεκδικήσεις μας δεν είναι πρόσχημα για να αποφύγουμε απαραίτητες δικές μας πρωτοβουλίες εδώ στην Ελλάδα. Ενδεικτικά και μόνον:
- Δημόσιες επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας, τις τηλεπικοινωνίες, το διαδίκτυο και τις εφαρμογές του, τις μεταφορές, την διαχείριση και εκμετάλλευση των σκουπιδιών, ως παραδείγματα μόνο καίριων κλάδων ενδιαφέροντος.
- Μείωση των συντελεστών του Φ.Π.Α. και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, με διασφαλισμένη την μετακύλιση των μειώσεων αυτών στις τιμές
- Την περιφερειακή εξισορρόπηση ως μόνιμο, πρωταρχικό στόχο κάθε αναπτυξιακού προγράμματος
- Αύξηση του εθνικού εισοδήματος από τον Τουρισμό χωρίς αύξηση των αφίξεων
«Σχέδιο Οικονομικής και Κοινωνικής Ανόρθωσης» στην πραγματικότητα σημαίνει υποκατάσταση της συνταγής «δημοσιονομική ασφυξία – ιδιωτικοποιήσεις – επιτήρηση» που δοκιμάστηκε και απέτυχε από το τρίπτυχο «κεφάλαια για επενδύσεις – παραγωγική χρήση δημόσιων περιουσιακών στοιχείων – κίνητρα». Στην πραγματικότητα μιλάμε για ένα σχέδιο με σκοπό να ξανασταθούμε στα πόδια μας, πριν συναινέσουμε σε οποιαδήποτε αλλαγή ευρωπαϊκής συνθήκης.
Αλλά για να γίνουν επενδύσεις στο μέλλον μας, τις υποδομές μας, την επιστροφή μας στην ανάπτυξη, είναι αναγκαία μια βασική δημοκρατική εγγύηση: οι κανόνες του παιχνιδιού να είναι καθαροί και να ορίζονται από την ελληνική κυβέρνηση με μοναδικό γνώμονα το δημόσιο (και κανένα άλλο) συμφέρον. Σε αντίθετη περίπτωση, οι επενδύσεις θα αποδημούν διαρκώς προς προορισμούς με περισσότερη διαφάνεια και ασφάλεια.
Μια άλλη κυβέρνηση σε μια άλλη κοινοβουλευτική τάξη
Αλλά εδώ και αρκετά χρόνια πια, στην πατρίδα μας, ζούμε μια παραγνώριση στοιχειωδών δημοκρατικών εγγυήσεων. Προ δεκαετίας, εν ονόματι της αποφυγής της στάσης πληρωμών, με την μετατροπή της Βουλής σε χώρο επικύρωσης πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, τις οποίες έφερνε η κυβέρνηση μετά από διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές μας. Και τα τελευταία χρόνια, με την υποκατάσταση και της κυβέρνησης από το γραφείο του Πρωθυπουργού, ώστε να υπάρχει άμεση εκπλήρωση υποχρεώσεων μας στο πλαίσιο του καθεστώτος της «Γερμανικής Προστασίας», όπως το περιγράψαμε προηγουμένως.
Αν η αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας ήταν επιβεβλημένη μια φορά για την θεραπεία εκτροπών λόγω μνημονίων ή COVID, τώρα πια είναι προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ οποιασδήποτε απελευθερωτικής και ανορθωτικής προσπάθειας. Ζητείται κοινοβούλιο να νομοθετεί και κυβέρνηση να διαχειρίζεται τις δημόσιες υποθέσεις προασπίζοντας μόνο δικά μας συμφέροντα. Χωρίς να αθετεί υποχρεώσεις μας, αλλά παλεύοντας για την ελάφρυνση τους και διεκδικώντας την εκπλήρωση υποχρεώσεων τρίτων προς εμάς.
Η Κεντροαριστερά να δώσει τέλος στο δράμα που ζούμε;
Ξέρουμε λοιπόν καλά που βρισκόμαστε. Ας δεχτούμε ότι το 2009 δεν ξέραμε ότι έρχεται στάση πληρωμών, το 2013 δεν καταλαβαίναμε ότι δεν υπήρχε κανένα success story, το 2015 είχαμε αυταπάτες και το 2019 πιστεύαμε ότι θα φεύγαμε από τα παλιά, χωρίς να υποψιαζόμαστε ότι θα πηγαίναμε σε ακόμα παλιότερα. Σήμερα κανείς δεν δικαιούται να ισχυριστεί ότι δεν ξέρει. Εξαιρούνται οι κυβερνητικοί προπαγανδιστές και τα διαπλεκόμενα πρατήρια της αβάσιμης αισιοδοξίας τους.
Ο δρόμος του πραγματισμού είναι και ο μόνος δρόμος ώστε να ξαναζωντανέψει η Κεντροαριστερά. Να διαμορφώσει, να διεκδικήσει και να βάλει μπροστά ένα αδρό πρόγραμμα ανόρθωσης του λαού και της χώρας μας. Για το πρόγραμμα αυτό να ζητήσει και να λάβει εντολή αυξημένης ευθύνης από το πολιτικό σώμα, τον ελληνικό λαό. Απομένει να αποδείξει ότι μπορεί.
Εν τω μεταξύ, εμείς, εσείς, όλοι, καλούμαστε με τις πλάτες γυρισμένες στο χθες (αλλά και στον τοίχο) να μην ζητήσουμε τίποτα για μας, αλλά να απαιτήσουμε τα πάντα για όλους.
Και ας μην ξεχνάμε: “Να το πάρωμεν απόφασιν ότι δεν υπήρξε ποτέ “Θεός της Ελλάδος”. ‘Ενας είναι ο Θεός δι΄ όλα τα έθνη. Η φρόνησις, η διορατικότης, η προορατικότης, η επαφή με την πραγματικότητα. Ιδού τι θα μας βοηθήση θετικά να επανορθώσωμεν ό,τι είναι επανορθώσιμον».
(Αποδίδεται στον Ελευθέριο Βενιζέλο)
Σας ευχαριστώ!
0 Comments